Δημοτική Ενότητα Γουμένισσας

Γνωστή για το ποιοτικό της κρασί με την Προστατευόμενη Ονομασία Προέλευσης, τα «χάλκινα» και τον σημαντικό ρόλο που διαδραμάτισε στην ελληνική επανάσταση του 1821, η Δημοτική Κοινότητα Γουμένισσας φέρει το βαρύ τίτλο της ιστορικής πρωτεύουσας του δήμου Παιονίας και είναι έδρα της Μητρόπολης Γουμενίσσης, Αξιουπόλεως και Πολυκάστρου.
Η Δημοτική Ενότητα Γουμένισσας περιλαμβάνει τις Τοπικές Κοινότητες Γουμένισσας, Γρίβας, Καστανερής, Κάρπης, Φιλυριάς, Πενταλόφου και Στάθη.

Η Γουμένισσα στην αρχαιότητα

Η ιστορία της Γουμένισσας είναι συνυφασμένη με την ανάπτυξη της αρχαίας Παιονίας, αν και η πρώτη αναφορά στο όνομα με το οποίο είναι γνωστή σήμερα έγινε στη Βυζαντινή εποχή και συγκεκριμένα το έτος 1346. Στο θρόνο της Βυζαντινής αυτοκρατορίας βρισκόταν η δυναστεία των Παλαιολόγων και η Γουμένισσα παραχωρήθηκε στην Ιερά Μονή Ιβήρων του Αγίου Όρους και μετατράπηκε σε θρησκευτικό κέντρο της ευρύτερης περιοχής, με πυρήνα το μοναστήρι της Παναγίας. Οι οικισμοί που αναπτύχθηκαν εκεί με αγροκτηνοτροφική οικονομία συνέθεσαν μια δυναμική κωμόπολη που πήρε την ονομασία «Γουμένισσα», τιμώντας τη μνήμη του Ηγούμενου της μονής της Παναγίας, ο οποίος απαγχονίστηκε από ληστές.

Η Οθωμανική κατοχή και η Επανάσταση

Το 1387 η Γουμένισσα περνάει υπό Οθωμανική κατοχή, αλλά αποκτά το ειδικό προνόμιο της αυτοδιοικούμενης περιοχής, καθώς οι κάτοικοι της δημιουργούσαν υφάσματα αξεπέραστης ποιότητας με τα οποία κατασκευάζονταν οι στολές του Οθωμανικού στρατού. Η βιοτεχνική της δραστηριότητα σε συνδυασμό με την παραγωγή κρασιού διεύρυνε τη φήμη της σε όλη την Κεντρική Ευρώπη και η περιοχή γνώρισε μεγάλη εμπορική και οικονομική άνθιση το 19ο αιώνα.
Παρά την προνομιακή της μεταχείριση, η Γουμένισσα συμμετείχε ενεργά στην ελληνική επανάσταση του 1821. Είναι χαρακτηριστικό ότι μετά την έναρξη των συγκρούσεων βρέθηκαν 49 τουφέκια σε κατοικίες Γουμενισσιωτών με αποτέλεσμα την παραδειγματική τιμωρία των κατοίκων και τον εξαναγκασμό τους να παραδώσουν τρόφιμα, χρήματα και περιουσιακά τους στοιχεία (π.χ. ζώα, άμαξες) στον πασά της Θεσσαλονίκης Αβδούλ Αμπούδ. Η μη συμμόρφωση τους προκάλεσε την οργή του Οθωμανού αξιωματούχου, ο οποίος διέταξε το βίαιο εξισλαμισμό των κατοίκων και τον διωγμό των μοναχών από το μοναστήρι της Παναγίας. Το 1978 ιδρύθηκε το Ελληνικό Εκπαιδευτήριο και η Φιλεκπαιδευτική Αδελφότητα με τη συνδρομή ντόπιων κατοίκων.

Η νεότερη ιστορία της Γουμένισσας

Στον Μακεδoνικό Αγώνα (1903-1908) είναι αξιομνημόνευτη η δράση ντόπιων οπλαρχηγών όπως των αδελφών Δογιάμα, του Ναούμη, του Σιωνίδη, του Καραϊσκάκη, αλλά και αξιωματικών του ελληνικού στρατού όπως των Μοραΐτη, Φραγκόπουλου, Παπαδόπουλου, Καπουλίδη και άλλων. Σημαντική ήταν και η δράση του πνευματικού κόσμου της περιοχής όπως του δασκάλου Ιωάννη Πίτσουλα, ο οποίος απαγχονίστηκε από το Βουλγαρικό στρατό, καθώς και του ιατρού Άγγελου Σακελαρίου, υπεύθυνου του Ελληνικού Κομιτάτου της Γουμένισσας, ο οποίος ήταν προσωπικός φίλος του Ίωνα Δραγούμη και αλληλογραφούσε με τον Παύλο Μελά.
Ο Ίων Δραγούμης επισκέφθηκε δύο φορές τη Γουμένισσα, ενώ στην περιοχή έμεινε και η Πηνελόπη Δέλτα όταν έγραψε τα «Μυστικά του Βάλτου».
Η Γουμένισσα απελευθερώθηκε στις 23 Οκτωβρίου 1912 στη μάχη των Γιαννιτσών. Στις αρχές του 20ου αιώνα ο ελληνικός πληθυσμός της περιοχής ενισχύθηκε με τον ερχομό των προσφύγων της Μικράς Ασίας και οι σλαβικές μειονότητες αφομοιώθηκαν με την πάροδο των ετών. Στο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο η Γουμένισσα ήταν υπό γερμανική κατοχή από τον Απρίλιο του 1941 έως τον Οκτώβριο του 1944. Τη δεκαετία του ’50 οι κάτοικοι της πόλης ακολούθησαν τα μεταναστευτικά ρεύματα προς τις ΗΠΑ, τον Καναδά, την Αυστραλία, τη Δυτική Γερμανία, αλλά και στη Θεσσαλονίκη και την Αθήνα.

Πολιτιστική παράδοση

Σήμερα η Γουμένισσα είναι γνωστή, εκτός από τη σημαντική ιστορική της διαδρομή, για την παραγωγή εξαιρετικής ποιότητας κρασιού και τσίπουρου. Το ξηρό μαύρο κρασί «Γουμένισσα» έχει χαρακτηριστεί ως ποικιλία ανωτέρας ποιότητας με αποδέκτες φίλους του οίνου σε όλο τον κόσμο. Επίσης, το μουσικό σχήμα «Χάλκινα της Γουμένισσας» έχει λάβει μέρος σε διεθνή φεστιβάλ και συναυλίες και έχει κατακτήσει το μουσικόφιλο κοινό σε όλη την Ελλάδα και το εξωτερικό.